ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ
Η γέννηση του Θεάτρου Σκιών και η εξάπλωσή του
Η ιστορία του Θεάτρου Σκιών χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι ερευνητές του πιθανολογούν πως αναπτύχθηκε ως τέχνη το 11 με 12ο αι. μ.Χ. στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας (Ινδία, Ιάβα, Κεϋλάνη, Καμπότζη, Ταϋλάνδη). Στις χώρες αυτές η σκιά είχε θρησκευτική σημασία καθώς ήταν στενά συνδεδεμένη με το βασίλειο των νεκρών. Έτσι, οι πρώτες φιγούρες φτιάχτηκαν ως μια προσπάθεια των ανθρώπων να επικοινωνήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα που δε βρίσκονταν πια στη ζωή. Ήταν κατασκευασμένες από δέρμα και παρίσταναν μορφές με μεγάλα χέρια, παραμορφωμένο πρόσωπο και μυτερή μύτη σα ράμφος για να συμβολίζουν τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά και θεούς, δαίμονες, ήρωες, πολεμιστές, πρίγκιπες και χωριάτες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι περισσότεροι θεατές παρακολουθούσαν την παράσταση από το πίσω μέρος του πανιού, δηλαδή εκεί που ο παρουσιαστής με τους βοηθούς του κινούσαν τις φιγούρες.
Η ιστορία του Θεάτρου Σκιών χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι ερευνητές του πιθανολογούν πως αναπτύχθηκε ως τέχνη το 11 με 12ο αι. μ.Χ. στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας (Ινδία, Ιάβα, Κεϋλάνη, Καμπότζη, Ταϋλάνδη). Στις χώρες αυτές η σκιά είχε θρησκευτική σημασία καθώς ήταν στενά συνδεδεμένη με το βασίλειο των νεκρών. Έτσι, οι πρώτες φιγούρες φτιάχτηκαν ως μια προσπάθεια των ανθρώπων να επικοινωνήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα που δε βρίσκονταν πια στη ζωή. Ήταν κατασκευασμένες από δέρμα και παρίσταναν μορφές με μεγάλα χέρια, παραμορφωμένο πρόσωπο και μυτερή μύτη σα ράμφος για να συμβολίζουν τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά και θεούς, δαίμονες, ήρωες, πολεμιστές, πρίγκιπες και χωριάτες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι περισσότεροι θεατές παρακολουθούσαν την παράσταση από το πίσω μέρος του πανιού, δηλαδή εκεί που ο παρουσιαστής με τους βοηθούς του κινούσαν τις φιγούρες.
Σπουδαίο Θέατρο Σκιών με παρόμοια χαρακτηριστικά αναπτύχθηκε και στην Κίνα. Οι Κινέζοι είχαν ανακαλύψει από παλιά το χαρτί και το χρησιμοποιούσαν για να φράζουν τα παράθυρά τους. Στα χάρτινα αυτά παράθυρα τη νύχτα έπεφταν οι σκιές των προσώπων και των πραγμάτων, εξαιτίας του φωτός που υπήρχε από μέσα. Η εικόνα αυτή έδωσε στους Κινέζους την έμπνευση για τη δημιουργία του Θεάτρου Σκιών.
Μια κινέζικη ιστορία αποδίδει τη γέννηση του Θεάτρου Σκιών σε ένα μάγο που προσπάθησε να παρηγορήσει τον αυτοκράτορα για το θάνατο της συζύγου του. Σύμφωνα με αυτή την ιστορία ο μάγος κατάφερε να ευχαριστήσει τον αυτοκράτορα προβάλλοντας πάνω σε μια οθόνη σκιές που αναπαριστούσαν την αγαπημένη του.
Οι φιγούρες του κινέζικου Θεάτρου Σκιών ήταν περίπλοκες, λεπτοδουλεμένες και με πολλές αρθρώσεις (κινητά μέρη). Κατασκευάζονταν από δέρμα γαϊδάρου και αναπαριστούσαν το Βούδα, διάφορα φαντάσματα, καθώς και δαίμονες με κεφάλια ζώων. Αργότερα, όταν το θέαμα έχασε το θρησκευτικό του χαρακτήρα, αντικαταστάθηκαν με άλλες που είχαν ανθρώπινή μορφή.
Μια κινέζικη ιστορία αποδίδει τη γέννηση του Θεάτρου Σκιών σε ένα μάγο που προσπάθησε να παρηγορήσει τον αυτοκράτορα για το θάνατο της συζύγου του. Σύμφωνα με αυτή την ιστορία ο μάγος κατάφερε να ευχαριστήσει τον αυτοκράτορα προβάλλοντας πάνω σε μια οθόνη σκιές που αναπαριστούσαν την αγαπημένη του.
Οι φιγούρες του κινέζικου Θεάτρου Σκιών ήταν περίπλοκες, λεπτοδουλεμένες και με πολλές αρθρώσεις (κινητά μέρη). Κατασκευάζονταν από δέρμα γαϊδάρου και αναπαριστούσαν το Βούδα, διάφορα φαντάσματα, καθώς και δαίμονες με κεφάλια ζώων. Αργότερα, όταν το θέαμα έχασε το θρησκευτικό του χαρακτήρα, αντικαταστάθηκαν με άλλες που είχαν ανθρώπινή μορφή.
Μετά την Ασία το Θέατρο Σκιών ταξίδεψε στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής. Στις μουσουλμανικές χώρες το Θέατρο Σκιών δέχτηκε σημαντικούς περιορισμούς, αφού η θρησκεία δεν επέτρεπε οι φιγούρες να απεικονίζουν ανθρώπινες μορφές.
Σημαντικός σταθμός της διαδρομής του Θεάτρου Σκιών ήταν η γειτονική μας Τουρκία, το 16ο αιώνα. Σχετικά με τη δημιουργία του τούρκικου Θεάτρου Σκιών, μια παράδοση αναφέρει πως ο Χατζηαβάτης ήταν εργολάβος στην Προύσα της Μικράς Ασίας και έχτιζε ένα παλάτι για λογαριασμό του Πασά. Μεταξύ των μαστόρων που συμμετείχαν στο χτίσιμο ήταν και ο Καραγκιόζης ως μαραγκός. Με τα αστεία του ξεσήκωνε όλους τους μαστόρους και έτσι το χτίσιμο του παλατιού καθυστερούσε. Όταν το έμαθε ο πασάς από τον Χατζηαβάτη, εξοργίστηκε και διέταξε να τον σκοτώσουν. Ο θάνατος του Καραγκιόζη προκάλεσε την αγανάκτηση του λαού. Λίγο αργότερα ο Πασάς έπεσε σε μελαγχολία εξαιτίας της αδικίας που είχε διαπράξει. Ο Χατζηαβάτης για να τον διασκεδάσει έφτιαξε μια χάρτινη φιγούρα του Καραγκιόζη και τον αναπαράστησε πάνω σε ένα πανί που το φώτιζε. Τα αστεία του Καραγκιόζη χαροποίησαν τον Πασά και έδωσε την άδεια στον Χατζηαβάτη να δίνει ανάλογες παραστάσεις και για το λαό.
Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, οι Τούρκοι γνώρισαν το Θέατρο Σκιών από έναν Έλληνα, το Μαυρομάτη, ο οποίος το μετέφερε από την Κίνα όπου ζούσε. Μάλιστα το όνομα Καραγκιόζης στα τούρκικα (Karagoz) σημαίνει ο άνθρωπος με τα μαύρα μάτια, δηλαδή ο μαυρομάτης.
Στο τούρκικο Θέατρο Σκιών πρωταγωνιστές ήταν ο Καραγκιόζης με το Χατζηαβάτη και οι φιγούρες, που ήταν φτιαγμένες από επεξεργασμένο δέρμα καμήλας, προβάλλονταν με το φως των κεριών. Η γλώσσα που χρησιμοποιούνταν ήταν χυδαία καθώς περιείχε πολλές βωμολοχίες και χοντροκομμένα αστεία. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν έβλεπαν παραστάσεις άντρες και γυναίκες μαζί.
Σημαντικός σταθμός της διαδρομής του Θεάτρου Σκιών ήταν η γειτονική μας Τουρκία, το 16ο αιώνα. Σχετικά με τη δημιουργία του τούρκικου Θεάτρου Σκιών, μια παράδοση αναφέρει πως ο Χατζηαβάτης ήταν εργολάβος στην Προύσα της Μικράς Ασίας και έχτιζε ένα παλάτι για λογαριασμό του Πασά. Μεταξύ των μαστόρων που συμμετείχαν στο χτίσιμο ήταν και ο Καραγκιόζης ως μαραγκός. Με τα αστεία του ξεσήκωνε όλους τους μαστόρους και έτσι το χτίσιμο του παλατιού καθυστερούσε. Όταν το έμαθε ο πασάς από τον Χατζηαβάτη, εξοργίστηκε και διέταξε να τον σκοτώσουν. Ο θάνατος του Καραγκιόζη προκάλεσε την αγανάκτηση του λαού. Λίγο αργότερα ο Πασάς έπεσε σε μελαγχολία εξαιτίας της αδικίας που είχε διαπράξει. Ο Χατζηαβάτης για να τον διασκεδάσει έφτιαξε μια χάρτινη φιγούρα του Καραγκιόζη και τον αναπαράστησε πάνω σε ένα πανί που το φώτιζε. Τα αστεία του Καραγκιόζη χαροποίησαν τον Πασά και έδωσε την άδεια στον Χατζηαβάτη να δίνει ανάλογες παραστάσεις και για το λαό.
Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, οι Τούρκοι γνώρισαν το Θέατρο Σκιών από έναν Έλληνα, το Μαυρομάτη, ο οποίος το μετέφερε από την Κίνα όπου ζούσε. Μάλιστα το όνομα Καραγκιόζης στα τούρκικα (Karagoz) σημαίνει ο άνθρωπος με τα μαύρα μάτια, δηλαδή ο μαυρομάτης.
Στο τούρκικο Θέατρο Σκιών πρωταγωνιστές ήταν ο Καραγκιόζης με το Χατζηαβάτη και οι φιγούρες, που ήταν φτιαγμένες από επεξεργασμένο δέρμα καμήλας, προβάλλονταν με το φως των κεριών. Η γλώσσα που χρησιμοποιούνταν ήταν χυδαία καθώς περιείχε πολλές βωμολοχίες και χοντροκομμένα αστεία. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν έβλεπαν παραστάσεις άντρες και γυναίκες μαζί.
Το ελληνικό θέατρο σκιών-Καραγκιόζης
Οι Έλληνες γνώρισαν το Θέατρο Σκιών κατά την επαφή τους με Τούρκους την περίοδο της Τουρκοκρατίας, καθώς εκείνη την περίοδο παιζόταν στη σκλαβωμένη Ελλάδα τούρκικος Καραγκιόζης ως μέσο ψυχαγωγίας των Τούρκων.
Οι πρώτες παραστάσεις από Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες πραγματοποιήθηκαν αρκετά χρόνια μετά την απελευθέρωση και βασίζονταν στα τούρκικα πρότυπα. Σε αυτές υπήρχαν άσεμνες σκηνές και αισχρά λόγια που προκάλεσαν την αντίδραση της ‘καλής κοινωνίας’ και οδήγησαν την αστυνομία σε διώξεις των καραγκιοζοπαιχτών.
Ιδρυτής του ελληνικού Θεάτρου Σκιών θεωρείται ο Βραχάλης ή Μπραχάλης, ο οποίος είχε καταγωγή από την Καλαμάτα, αλλά ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1960 εγκαταστάθηκε μόνιμα στον Πειραιά όπου και έστησε σε ένα καφενείο το πρώτο ελληνικό Θέατρο Σκιών και έπαιζε τις παραστάσεις του σε μια πολύ μικρή οθόνη. Με τη μορφή αυτή το θέαμα παρέμεινε τις επόμενες δεκαετίες με ιδιαίτερη ανάπτυξη στις επαρχιακές πόλεις.
Ο καραγκιοζοπαίχτης που έδωσε ελληνικό χαρακτήρα στο Θέατρο Σκιών, το 1890, ήταν ο πατρινός ψάλτης Δημήτριος Σαρδούνης που έμεινε γνωστός ως Μίμαρος εξαιτίας της ικανότητάς του στη μίμηση φωνών. Ο Μίμαρος έδωσε στον Καραγκιόζη την ελληνική μορφή του τροποποιώντας τα θέματα, τους διαλόγους αλλά και την τεχνική του. Απάλλαξε το θέαμα από το χυδαίο του περιεχόμενο, δημιούργησε ιστορικά και ηρωικά έργα που ήταν εμπνευσμένα από την ελληνική επανάσταση αλλά και κωμικά που σατίριζαν τα νέα επαγγέλματα της εποχής. Ακόμα μεγάλωσε το μήκος της σκηνής και έφτιαξε νέα σκηνικά (βουνά, δέντρα, σπηλιά, καράβι, φάρο), τοποθέτησε στη σκηνή την παράγκα και το σεράι και χρησιμοποίησε κλέφτικα και λαϊκά τραγούδια στις παραστάσεις του. Τέλος, δημιούργησε νέες σκαλιστές φιγούρες από χαρτόνι, όπως του σιορ-Διονύσιου, του Βεληγκέκα και τον Κολλητήρη. Με τις αλλαγές αυτές το θέαμα απέκτησε ελληνικό χαρακτήρα και μετατράπηκε σε ένα οικογενειακό και δημοφιλές θέατρο σύμφωνο με τα κοινωνικά ήθη της εποχής.
Ο Μίμαρος περιόδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Το παράδειγμά του ακολούθησαν πολλοί άλλοι καραγκιοζοπαίχτες, κυρίως μαθητές του, δημιουργώντας μια σχολή άξιων καραγκιοζοπαιχτών (Ρούλιας, Μέμος, Θεοδωρέλλος, ο Πάγκαλος, ο Θεοδωρόπουλος, ο Μανωλόπουλος, ο Βασίλαρος, ο Μόλλας, ο Σπαθάρης, κ.ά.) που το 1924 θα ιδρύσουν το σύλλογό τους. Την περίοδο εκείνη τυπώθηκαν τα πρώτα φυλλάδια με κωμικά έργα και κυκλοφορούν στα περίπτερα χαρτοκοπτικές με τυπωμένες φιγούρες και σκηνικά, ώστε να μπορούν τα παιδιά να παίζουν πάνω σε ένα σεντόνι τις δικές τους παραστάσεις. Ο κάθε καραγκιοζοπαίχτης συνέβαλε με την τέχνη του στην εξέλιξη του θεάματος. Έτσι σταδιακά, οι τενεκεδένιες φιγούρες αντικαταστάθηκαν από διαφανείς που κατασκευάζονταν από δέρμα καμήλας, συνυπήρχαν με τις κοπιδιαστές από σκληρό χαρτόνι, επινοήθηκε ο μηχανισμός της σούστας με το μεντεσέ που έδινε τη δυνατότητα στις φιγούρες να γυρίζουν δεξιά και αριστερά και αντικαταστάθηκαν τα πρόσωπα του τούρκικου Θεάτρου Σκιών με αντίστοιχα ελληνικά.
Η προσφορά του Καραγκιόζη εκείνη την περίοδο ήταν πολύ μεγάλη, καθώς δεν είχαν ακόμα αναπτυχθεί τα άλλα θεάματα (θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση κ.ά.). Ο Καραγκιόζης με τα αστεία του μπόρεσε να διασκεδάσει τους Έλληνες που είχαν να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες της εποχής (πόλεμοι, φτώχεια, κλπ.). Παράλληλα, μέσα από τα ιστορικά έργα δίδαξε την ιστορία στους Έλληνες που δεν είχαν τη δυνατότητα να πάνε στο σχολείο και τόνωσε το πατριωτικό τους αίσθημα.
Ο πόλεμος του 1940 και η Κατοχή που ακολούθησε επηρέασε αρνητικά το Θέατρο Σκιών και το είδος άρχισε να παρακμάζει. Δεκαετίες αργότερα ο κόσμος στράφηκε σε νέα θεάματα που είχαν πλέον επικρατήσει, όπως ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, το θέατρο κλπ. Στην προσπάθειά του να επιβιώσει, το Θέατρο Σκιών αξιοποίησε πολλά από αυτά και εκμεταλλεύτηκε τις νέες τεχνολογίες με τους καραγκιοζοπαίχτες να ετοιμάζουν παραστάσεις για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και να χρησιμοποιούν ηθοποιούς για να ζωντανέψουν το ρόλο των φιγούρων στο χώρο του θεάτρου.
Στις μέρες μας, παρά την κυριαρχία θεαμάτων και των μέσων που υπερισχύουν με τη δύναμη της εικόνας (τηλεόραση, κινηματογράφος, ηλεκτρονικά παιχνίδια κλπ.), ο Καραγκιόζης εξακολουθεί να έχει σημαντική θέση στις καρδιές των μικρών του φίλων και να τους δίνει ξεχωριστή χαρά. Παράλληλα ο γνώριμος ήχος του Καραγκιόζη ξυπνάει νοσταλγικά τις μνήμες των μεγαλύτερων που δε χάνουν την ευκαιρία να συνοδέψουν με χαρά τα παιδιά τους για να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις του.
Γιώργος Μπεκιάρης (Δάσκαλος - εμψυχωτής/ερευνητής του Θεάτρου Σκιών)
Οι Έλληνες γνώρισαν το Θέατρο Σκιών κατά την επαφή τους με Τούρκους την περίοδο της Τουρκοκρατίας, καθώς εκείνη την περίοδο παιζόταν στη σκλαβωμένη Ελλάδα τούρκικος Καραγκιόζης ως μέσο ψυχαγωγίας των Τούρκων.
Οι πρώτες παραστάσεις από Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες πραγματοποιήθηκαν αρκετά χρόνια μετά την απελευθέρωση και βασίζονταν στα τούρκικα πρότυπα. Σε αυτές υπήρχαν άσεμνες σκηνές και αισχρά λόγια που προκάλεσαν την αντίδραση της ‘καλής κοινωνίας’ και οδήγησαν την αστυνομία σε διώξεις των καραγκιοζοπαιχτών.
Ιδρυτής του ελληνικού Θεάτρου Σκιών θεωρείται ο Βραχάλης ή Μπραχάλης, ο οποίος είχε καταγωγή από την Καλαμάτα, αλλά ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1960 εγκαταστάθηκε μόνιμα στον Πειραιά όπου και έστησε σε ένα καφενείο το πρώτο ελληνικό Θέατρο Σκιών και έπαιζε τις παραστάσεις του σε μια πολύ μικρή οθόνη. Με τη μορφή αυτή το θέαμα παρέμεινε τις επόμενες δεκαετίες με ιδιαίτερη ανάπτυξη στις επαρχιακές πόλεις.
Ο καραγκιοζοπαίχτης που έδωσε ελληνικό χαρακτήρα στο Θέατρο Σκιών, το 1890, ήταν ο πατρινός ψάλτης Δημήτριος Σαρδούνης που έμεινε γνωστός ως Μίμαρος εξαιτίας της ικανότητάς του στη μίμηση φωνών. Ο Μίμαρος έδωσε στον Καραγκιόζη την ελληνική μορφή του τροποποιώντας τα θέματα, τους διαλόγους αλλά και την τεχνική του. Απάλλαξε το θέαμα από το χυδαίο του περιεχόμενο, δημιούργησε ιστορικά και ηρωικά έργα που ήταν εμπνευσμένα από την ελληνική επανάσταση αλλά και κωμικά που σατίριζαν τα νέα επαγγέλματα της εποχής. Ακόμα μεγάλωσε το μήκος της σκηνής και έφτιαξε νέα σκηνικά (βουνά, δέντρα, σπηλιά, καράβι, φάρο), τοποθέτησε στη σκηνή την παράγκα και το σεράι και χρησιμοποίησε κλέφτικα και λαϊκά τραγούδια στις παραστάσεις του. Τέλος, δημιούργησε νέες σκαλιστές φιγούρες από χαρτόνι, όπως του σιορ-Διονύσιου, του Βεληγκέκα και τον Κολλητήρη. Με τις αλλαγές αυτές το θέαμα απέκτησε ελληνικό χαρακτήρα και μετατράπηκε σε ένα οικογενειακό και δημοφιλές θέατρο σύμφωνο με τα κοινωνικά ήθη της εποχής.
Ο Μίμαρος περιόδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Το παράδειγμά του ακολούθησαν πολλοί άλλοι καραγκιοζοπαίχτες, κυρίως μαθητές του, δημιουργώντας μια σχολή άξιων καραγκιοζοπαιχτών (Ρούλιας, Μέμος, Θεοδωρέλλος, ο Πάγκαλος, ο Θεοδωρόπουλος, ο Μανωλόπουλος, ο Βασίλαρος, ο Μόλλας, ο Σπαθάρης, κ.ά.) που το 1924 θα ιδρύσουν το σύλλογό τους. Την περίοδο εκείνη τυπώθηκαν τα πρώτα φυλλάδια με κωμικά έργα και κυκλοφορούν στα περίπτερα χαρτοκοπτικές με τυπωμένες φιγούρες και σκηνικά, ώστε να μπορούν τα παιδιά να παίζουν πάνω σε ένα σεντόνι τις δικές τους παραστάσεις. Ο κάθε καραγκιοζοπαίχτης συνέβαλε με την τέχνη του στην εξέλιξη του θεάματος. Έτσι σταδιακά, οι τενεκεδένιες φιγούρες αντικαταστάθηκαν από διαφανείς που κατασκευάζονταν από δέρμα καμήλας, συνυπήρχαν με τις κοπιδιαστές από σκληρό χαρτόνι, επινοήθηκε ο μηχανισμός της σούστας με το μεντεσέ που έδινε τη δυνατότητα στις φιγούρες να γυρίζουν δεξιά και αριστερά και αντικαταστάθηκαν τα πρόσωπα του τούρκικου Θεάτρου Σκιών με αντίστοιχα ελληνικά.
Η προσφορά του Καραγκιόζη εκείνη την περίοδο ήταν πολύ μεγάλη, καθώς δεν είχαν ακόμα αναπτυχθεί τα άλλα θεάματα (θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση κ.ά.). Ο Καραγκιόζης με τα αστεία του μπόρεσε να διασκεδάσει τους Έλληνες που είχαν να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες της εποχής (πόλεμοι, φτώχεια, κλπ.). Παράλληλα, μέσα από τα ιστορικά έργα δίδαξε την ιστορία στους Έλληνες που δεν είχαν τη δυνατότητα να πάνε στο σχολείο και τόνωσε το πατριωτικό τους αίσθημα.
Ο πόλεμος του 1940 και η Κατοχή που ακολούθησε επηρέασε αρνητικά το Θέατρο Σκιών και το είδος άρχισε να παρακμάζει. Δεκαετίες αργότερα ο κόσμος στράφηκε σε νέα θεάματα που είχαν πλέον επικρατήσει, όπως ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, το θέατρο κλπ. Στην προσπάθειά του να επιβιώσει, το Θέατρο Σκιών αξιοποίησε πολλά από αυτά και εκμεταλλεύτηκε τις νέες τεχνολογίες με τους καραγκιοζοπαίχτες να ετοιμάζουν παραστάσεις για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και να χρησιμοποιούν ηθοποιούς για να ζωντανέψουν το ρόλο των φιγούρων στο χώρο του θεάτρου.
Στις μέρες μας, παρά την κυριαρχία θεαμάτων και των μέσων που υπερισχύουν με τη δύναμη της εικόνας (τηλεόραση, κινηματογράφος, ηλεκτρονικά παιχνίδια κλπ.), ο Καραγκιόζης εξακολουθεί να έχει σημαντική θέση στις καρδιές των μικρών του φίλων και να τους δίνει ξεχωριστή χαρά. Παράλληλα ο γνώριμος ήχος του Καραγκιόζη ξυπνάει νοσταλγικά τις μνήμες των μεγαλύτερων που δε χάνουν την ευκαιρία να συνοδέψουν με χαρά τα παιδιά τους για να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις του.
Γιώργος Μπεκιάρης (Δάσκαλος - εμψυχωτής/ερευνητής του Θεάτρου Σκιών)
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ
Ο Δημήτρης Σαρδούνης ή Σαρντούνης
(Πάτρα, 1859 - Πάτρα, 1912),
γνωστός ως Μίμαρος, ήταν ο ιδρυτής καΙ από τους μεγαλύτερους Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες.
Σε αυτόν αποδίδεται η μεταμόρφωση του τουρκικού θεάτρου σκιών σε «ελληνική τέχνη».
Γι' αυτό και αναγνωρίστηκε από τον τύπο της εποχής ως «ο εφευρέτης του Καραγκιόζη».
Γεννήθηκε στην Πάτρα, μάλλον το 1859, και πέθανε εκεί, πιθανότατα το 1912.
Ήταν εξώγαμο παιδί μιας Πατρινιάς, η οποία ανήκε στην «καλή κοινωνία» της πόλης. Μεγάλωσε στο Μεσολόγγι με τη μητέρα και τον πατριό του.
Σπούδασε βυζαντινή μουσική και το 1882 έγινε ψάλτης στο μητροπολιτικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελίστρια), στην Πάτρα.
Το 1888 ανακάλυψε τον Καραγκιόζη και έκτοτε αφιερώθηκε στην τέχνη του.
Το 1894 ήταν ήδη γνωστός και καταξιωμένος καραγκιοζοπαίκτης στην Πάτρα.
Στις παραστάσεις του, πέρα από τα λαϊκά στρώματα, σύχναζαν πλέον -σύμφωνα με σχετική αναφορά στον τύπο- «και αστοί σοβαρευόμενοι, έμποροι και επιστήμονες συν γυναιξί και τέκνοις».
Το 1899 ο Μίμαρος επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Αθήνα και έδωσε σειρά παραστάσεων, από τα μέσα Αυγούστου έως τα τέλη Οκτωβρίου. Οι εμφανίσεις του ξεκίνησαν από την περιοχή της πλατείας Βάθης και τερματίστηκαν με παραστάσεις στη θεατρική αίθουσα «Πολυθέαμα», απέναντι από το Σταθμό Λαυρίου, κοντά στην Ομόνοια.
Εμφανίστηκε ξανά στην ελληνική πρωτεύουσα το 1901 (Ιούλιος-Αύγουστος) και πάλι τον Ιούλιο του 1902, όπου έδωσε παραστάσεις στο θέατρο «Αθήναιον».
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού Καραγκιόζη που ένα «κανονικό» θέατρο χρησιμοποιείτο για το σκοπό αυτό.
Αν και ορισμένοι αναφέρουν και μεταγενέστερες επισκέψεις στην Αθήνα, αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί.
Πιθανότερη εκδοχή για τη χρονολογία του θανάτου του θεωρείται το 1912. Λέγεται ότι πέθανε αλκοολικός.
Ο Μίμαρος απάλλαξε τον ελληνικό Καραγκιόζη από τις βωμολοχίες και τις ανηθικότητες του τουρκικού προκατόχου του.
Έκανε μια σειρά από καινοτομίες στην τέχνη του θεάτρου σκιών. Χρησιμοποίησε πρώτος την ασετιλίνη ως μέσο φωτισμού, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας μόνος του τη συσκευή.
Επίσης, κατασκεύασε φιγούρες από χαρτόνι, διεύρυνε το πλάτος της σκηνής από 2 σε 4 μέτρα, έχοντας πλέον χώρο για να προσθέσει στον μπερντέ διάφορα τοπία, ανάλογα με την παράσταση.
Αυτός, ακόμα, επεξεργάστηκε μορφολογικά και καθιέρωσε την καλύβα του Καραγκιόζη και το σαράι του Πασά και τα τοποθέτησε αντικριστά, όπως τα γνώρισαν οι μεταγενέστεροι.
Ο Μίμαρος επινόησε τη φιγούρα του Μπαρμπα-Γιώργου,η οποία ωστόσο τελειοποιήθηκε ως χαρακτήρας και καθιερώθηκε όπως είναι γνωστή από το σπουδαίο Ρουμελιώτη καραγκιοζοπαίχτη Γιάννη Ρούλια.
Επίσης, εμπλούτισε το «ηρωικό», «αρματωλικό» δραματολόγιο του θεάτρου σκιών με έργα για τον Καραϊσκάκη, τον Αθ. Διάκο και τον Μάρκο Μπότσαρη.
Ο Μίμαρος δημιούργησε την δική του «σχολή», τη λεγόμενη «της Πάτρας».
Όσοι καραγκιοζοπαίκτες ακολουθούσαν το ύφος και τα «καλαμπούρια» του, λεγόταν πως έπαιζαν «α λα Μίμαρου».
(Πάτρα, 1859 - Πάτρα, 1912),
γνωστός ως Μίμαρος, ήταν ο ιδρυτής καΙ από τους μεγαλύτερους Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες.
Σε αυτόν αποδίδεται η μεταμόρφωση του τουρκικού θεάτρου σκιών σε «ελληνική τέχνη».
Γι' αυτό και αναγνωρίστηκε από τον τύπο της εποχής ως «ο εφευρέτης του Καραγκιόζη».
Γεννήθηκε στην Πάτρα, μάλλον το 1859, και πέθανε εκεί, πιθανότατα το 1912.
Ήταν εξώγαμο παιδί μιας Πατρινιάς, η οποία ανήκε στην «καλή κοινωνία» της πόλης. Μεγάλωσε στο Μεσολόγγι με τη μητέρα και τον πατριό του.
Σπούδασε βυζαντινή μουσική και το 1882 έγινε ψάλτης στο μητροπολιτικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελίστρια), στην Πάτρα.
Το 1888 ανακάλυψε τον Καραγκιόζη και έκτοτε αφιερώθηκε στην τέχνη του.
Το 1894 ήταν ήδη γνωστός και καταξιωμένος καραγκιοζοπαίκτης στην Πάτρα.
Στις παραστάσεις του, πέρα από τα λαϊκά στρώματα, σύχναζαν πλέον -σύμφωνα με σχετική αναφορά στον τύπο- «και αστοί σοβαρευόμενοι, έμποροι και επιστήμονες συν γυναιξί και τέκνοις».
Το 1899 ο Μίμαρος επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Αθήνα και έδωσε σειρά παραστάσεων, από τα μέσα Αυγούστου έως τα τέλη Οκτωβρίου. Οι εμφανίσεις του ξεκίνησαν από την περιοχή της πλατείας Βάθης και τερματίστηκαν με παραστάσεις στη θεατρική αίθουσα «Πολυθέαμα», απέναντι από το Σταθμό Λαυρίου, κοντά στην Ομόνοια.
Εμφανίστηκε ξανά στην ελληνική πρωτεύουσα το 1901 (Ιούλιος-Αύγουστος) και πάλι τον Ιούλιο του 1902, όπου έδωσε παραστάσεις στο θέατρο «Αθήναιον».
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού Καραγκιόζη που ένα «κανονικό» θέατρο χρησιμοποιείτο για το σκοπό αυτό.
Αν και ορισμένοι αναφέρουν και μεταγενέστερες επισκέψεις στην Αθήνα, αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί.
Πιθανότερη εκδοχή για τη χρονολογία του θανάτου του θεωρείται το 1912. Λέγεται ότι πέθανε αλκοολικός.
Ο Μίμαρος απάλλαξε τον ελληνικό Καραγκιόζη από τις βωμολοχίες και τις ανηθικότητες του τουρκικού προκατόχου του.
Έκανε μια σειρά από καινοτομίες στην τέχνη του θεάτρου σκιών. Χρησιμοποίησε πρώτος την ασετιλίνη ως μέσο φωτισμού, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας μόνος του τη συσκευή.
Επίσης, κατασκεύασε φιγούρες από χαρτόνι, διεύρυνε το πλάτος της σκηνής από 2 σε 4 μέτρα, έχοντας πλέον χώρο για να προσθέσει στον μπερντέ διάφορα τοπία, ανάλογα με την παράσταση.
Αυτός, ακόμα, επεξεργάστηκε μορφολογικά και καθιέρωσε την καλύβα του Καραγκιόζη και το σαράι του Πασά και τα τοποθέτησε αντικριστά, όπως τα γνώρισαν οι μεταγενέστεροι.
Ο Μίμαρος επινόησε τη φιγούρα του Μπαρμπα-Γιώργου,η οποία ωστόσο τελειοποιήθηκε ως χαρακτήρας και καθιερώθηκε όπως είναι γνωστή από το σπουδαίο Ρουμελιώτη καραγκιοζοπαίχτη Γιάννη Ρούλια.
Επίσης, εμπλούτισε το «ηρωικό», «αρματωλικό» δραματολόγιο του θεάτρου σκιών με έργα για τον Καραϊσκάκη, τον Αθ. Διάκο και τον Μάρκο Μπότσαρη.
Ο Μίμαρος δημιούργησε την δική του «σχολή», τη λεγόμενη «της Πάτρας».
Όσοι καραγκιοζοπαίκτες ακολουθούσαν το ύφος και τα «καλαμπούρια» του, λεγόταν πως έπαιζαν «α λα Μίμαρου».
Ο Σωτήρης Σπαθάρης (Σαντορίνη, 1892 - 14 Απριλίου 1974) ήταν ο πατέρας του Ευγένιου Σπαθάρη και ένας από τους ιδρυτές του Πανελλήνιου Σωματείου Καραγκιοζοπαικτών μαζί με τον Αντώνη Μόλλα.
Ο Σωτήρης Σπαθάρης ήταν ένας από τους λίγους καραγκιοζοπαίκτες που εξέδωσαν την αυτοβιογραφία τους. Χάρη στην αυτοβιογραφία του ξέρουμε πολλά για την τότε κατάσταση του επαγγέλματος κ.λ.π.
Γεννήθηκε στη Σαντορίνη το 1892 μα όταν ήταν ακόμα βρέφος οι γονείς του κι αυτός μετακόμισαν στο Μεταξουργείο. Παιδί γνωρίζει τον Γιάννη Μπράχαλη, τον Μίμαρο και τον Θοδωρέλλο, καταλήγει άμισθος βοηθός του τρίτου. Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του γίνεται καραγκιοζοπαίκτης και ξεκινάει για περιοδεία στη Νάξο.
Γυρίζει στην Αθήνα έχοντας αποτύχει στη Νάξο.
Ο πατέρας του τον διώχνει από το σπίτι και μπλέκει με κακές παρέες.
Όμως ο γάμος του τον αποδεσμεύει από όλα αυτά. Παίρνοντας θάρρος ξεκινάει πεισματικά περιοδείες στην ηπειρωτική Ελλάδα και φτάνει μέχρι και στη Δράμα.
Εκεί κάθεται για μια ολόκληρη καλοκαιρινή σεζόν και γνωρίζει τρομερή επιτυχία.
Τον επόμενο χρόνο που πάει στη Δράμα, όμως, αποτυγχάνει γιατί ο βοηθός του ήταν μπεκρής και όταν άρχισε η παράσταση ήταν στο πάτωμα και ξέρναγε. Αυτό όμως δεν τον πτοεί και συνεχίζει να ταξιδεύει στην Ελλάδα, όπου καθώς περιοδεύει γνωρίζει πολλούς καλούς και κακούς ανθρώπους και παραλίγο να ναυαγήσει μα επιζεί για να ιδρύσει το Πανελλήνιο Σωματείο Καραγκιοζοπαικτών με τον Αντώνη Μόλλα το 1924.
Βγαίνει νωρίς στη σύνταξη (1947) επειδή υπέφερε από φυματίωση και πεθαίνει το Πάσχα του 1974, αφήνοντας πίσω του πολλά δικά του έργα όπως το Κόλασις κ' Παράδεισος, Ο Αθώος Κυνηγός, Ο Μάγος Σερίφ, Περσεύς & Ανδρομέδα, Φωτης Γιαγκούλας, Κολοκοτρώνης εις θάνατον, Χίτλερ και Μουσολίνι στην κόλαση κ.α.
Τα Απομνημονεύματα και η Τέχνη του ΚαραγκιόζηΌπως αναφέρεται παραπάνω, ο Σωτήρης Σπαθάρης κατέγραψε και εξέδωσε την αυτοβιογραφία του και το σύνολο του έργου του στο βιβλίο "Απομνημονεύματα και η τέχνη του Καραγκιόζη". Το βιβλίο είναι μια πολύτιμη μαρτυρία τόσο για την προσωπική πορεία του Σπαθάρη στο δύσκολο επάγγελμα του καραγκιοζοπαίχτη όσο και για την ιστορία του Καραγκιόζη, την πορεία του στην Ελλάδα, τους καραγκιοζοπαίχτες που έπαιζαν σε Ελλάδα και Κύπρο, το κοινό και τους φίλους του Καραγκιόζη. Επίσης γίνεται αναφορά σε τεχνικές κατασκευής και παιξίματος, στα σκηνικά και τη σκηνή, σε βασικούς τίτλους παραστάσεων που μείνανε παράδοση στον Καραγκιόζη με ιδιαίτερη αναφορά στους καραγκιοζοπαίχτες που τις παρουσίασαν. Σχετικά με τις φιγούρες, το βιβλίο παρουσιάζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα τραγούδια τους και τα σκηνικά αστεία τους με τον Καραγκιόζη όταν παρουσιάζονται στον μπερντέ, την καταγωγή τους, τους καραγκιοζοπαίχτες που τις εισήγαγαν και τους συμβολισμούς τους. Το παράρτημα του βιβλίου περιέχει πολύτιμο φωτογραφικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του Σωτήρη Σπαθάρη από παραστάσεις και καραγκιοζοπαίχτες, αφίσες παραστάσεων και φιγούρες.
Ο Σωτήρης Σπαθάρης διηγείται με γραφικό τρόπο την ιστορία γύρω από την καταγωγή του Καραγκιόζη όπως του τη μετέφερε ο δάσκαλός του καραγκιοζοπαίχτης Θεοδωρέλλος.
Κάποτε, στην Προύσα της Μ. Ασίας ο πασάς θέλησε να χτίσει ένα σαράι. Το ανέθεσε λοιπόν στον Χατζηαβάτη που ήταν εργολάβος και εκείνος με τη σειρά του προσέλαβε για αρχιμάστορα τον Καραγκιόζη, έναν έξυπνο και έμπειρο μαραγκό.
Η κατασκευή όμως καθυστερούσε γιατί ο Καραγκιόζης έκανε πολλά αστεία με τους μαστόρους και γελούσαν.
Ο πασάς θύμωσε για την καθυστέρηση, κάλεσε τον Χατζηαβάτη και τον απείλησε οτι θα του πάρει το κεφάλι.
Ο Χατζηαβάτης του είπε την αλήθεια για τον Καραγκιόζη και του είπε πως είναι απαραίτητος και δεν μπορεί να τον διώξει.
Παρακάλεσε τον πασά να τον φοβερίσει ο ίδιος για να συνετιστεί.
Οι φοβέρες του πασά όμως δεν είχαν αποτέλεσμα. Έτσι ο Καραγκιόζης συνέχισε τα αστεία του, ο πασάς το έμαθε και τον σκότωσε.
Ο λαός της Προύσας αγανάκτησε με τον θάνατο του Καραγκιόζη και ο πασάς για να τους εξευμενίσει έφτιαξε ένα μνημείο, τον τάφο του Καραγκιόζη και εκεί τον έθαψε με τιμές.
Και πάλι όμως δεν τον άφηναν οι τύψεις να ησυχάσει.
Έπεσε άρρωστος στο κρεβάτι και κανένας γιατρός δεν τον έκανε καλά. Τότε οι αγάδες φέρανε στο σαράι τον Χατζηαβάτη να λέει στον πασά τα αστεία του Καραγκιόζη.
Έτσι ο Χατζηαβάτης "έκοψε ένα χάρτινο Καραγκιόζη, τέντωσε ένα πανί που το φώτιζε ένα φως κι έδωσε παράσταση του Καραγκιόζη"
Ο πασάς έμεινε τόσο ευχαριστημένος που του έδωσε άδεια να συνεχίσει να δίνει παραστάσεις.
Μια τέτοια παράσταση είδε και ο Γιάννης Μπράχαλης και έφερε τον Καραγκιόζη στην Ελλάδα.
Ο Σωτήρης Σπαθάρης ήταν ένας από τους λίγους καραγκιοζοπαίκτες που εξέδωσαν την αυτοβιογραφία τους. Χάρη στην αυτοβιογραφία του ξέρουμε πολλά για την τότε κατάσταση του επαγγέλματος κ.λ.π.
Γεννήθηκε στη Σαντορίνη το 1892 μα όταν ήταν ακόμα βρέφος οι γονείς του κι αυτός μετακόμισαν στο Μεταξουργείο. Παιδί γνωρίζει τον Γιάννη Μπράχαλη, τον Μίμαρο και τον Θοδωρέλλο, καταλήγει άμισθος βοηθός του τρίτου. Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του γίνεται καραγκιοζοπαίκτης και ξεκινάει για περιοδεία στη Νάξο.
Γυρίζει στην Αθήνα έχοντας αποτύχει στη Νάξο.
Ο πατέρας του τον διώχνει από το σπίτι και μπλέκει με κακές παρέες.
Όμως ο γάμος του τον αποδεσμεύει από όλα αυτά. Παίρνοντας θάρρος ξεκινάει πεισματικά περιοδείες στην ηπειρωτική Ελλάδα και φτάνει μέχρι και στη Δράμα.
Εκεί κάθεται για μια ολόκληρη καλοκαιρινή σεζόν και γνωρίζει τρομερή επιτυχία.
Τον επόμενο χρόνο που πάει στη Δράμα, όμως, αποτυγχάνει γιατί ο βοηθός του ήταν μπεκρής και όταν άρχισε η παράσταση ήταν στο πάτωμα και ξέρναγε. Αυτό όμως δεν τον πτοεί και συνεχίζει να ταξιδεύει στην Ελλάδα, όπου καθώς περιοδεύει γνωρίζει πολλούς καλούς και κακούς ανθρώπους και παραλίγο να ναυαγήσει μα επιζεί για να ιδρύσει το Πανελλήνιο Σωματείο Καραγκιοζοπαικτών με τον Αντώνη Μόλλα το 1924.
Βγαίνει νωρίς στη σύνταξη (1947) επειδή υπέφερε από φυματίωση και πεθαίνει το Πάσχα του 1974, αφήνοντας πίσω του πολλά δικά του έργα όπως το Κόλασις κ' Παράδεισος, Ο Αθώος Κυνηγός, Ο Μάγος Σερίφ, Περσεύς & Ανδρομέδα, Φωτης Γιαγκούλας, Κολοκοτρώνης εις θάνατον, Χίτλερ και Μουσολίνι στην κόλαση κ.α.
Τα Απομνημονεύματα και η Τέχνη του ΚαραγκιόζηΌπως αναφέρεται παραπάνω, ο Σωτήρης Σπαθάρης κατέγραψε και εξέδωσε την αυτοβιογραφία του και το σύνολο του έργου του στο βιβλίο "Απομνημονεύματα και η τέχνη του Καραγκιόζη". Το βιβλίο είναι μια πολύτιμη μαρτυρία τόσο για την προσωπική πορεία του Σπαθάρη στο δύσκολο επάγγελμα του καραγκιοζοπαίχτη όσο και για την ιστορία του Καραγκιόζη, την πορεία του στην Ελλάδα, τους καραγκιοζοπαίχτες που έπαιζαν σε Ελλάδα και Κύπρο, το κοινό και τους φίλους του Καραγκιόζη. Επίσης γίνεται αναφορά σε τεχνικές κατασκευής και παιξίματος, στα σκηνικά και τη σκηνή, σε βασικούς τίτλους παραστάσεων που μείνανε παράδοση στον Καραγκιόζη με ιδιαίτερη αναφορά στους καραγκιοζοπαίχτες που τις παρουσίασαν. Σχετικά με τις φιγούρες, το βιβλίο παρουσιάζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα τραγούδια τους και τα σκηνικά αστεία τους με τον Καραγκιόζη όταν παρουσιάζονται στον μπερντέ, την καταγωγή τους, τους καραγκιοζοπαίχτες που τις εισήγαγαν και τους συμβολισμούς τους. Το παράρτημα του βιβλίου περιέχει πολύτιμο φωτογραφικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του Σωτήρη Σπαθάρη από παραστάσεις και καραγκιοζοπαίχτες, αφίσες παραστάσεων και φιγούρες.
Ο Σωτήρης Σπαθάρης διηγείται με γραφικό τρόπο την ιστορία γύρω από την καταγωγή του Καραγκιόζη όπως του τη μετέφερε ο δάσκαλός του καραγκιοζοπαίχτης Θεοδωρέλλος.
Κάποτε, στην Προύσα της Μ. Ασίας ο πασάς θέλησε να χτίσει ένα σαράι. Το ανέθεσε λοιπόν στον Χατζηαβάτη που ήταν εργολάβος και εκείνος με τη σειρά του προσέλαβε για αρχιμάστορα τον Καραγκιόζη, έναν έξυπνο και έμπειρο μαραγκό.
Η κατασκευή όμως καθυστερούσε γιατί ο Καραγκιόζης έκανε πολλά αστεία με τους μαστόρους και γελούσαν.
Ο πασάς θύμωσε για την καθυστέρηση, κάλεσε τον Χατζηαβάτη και τον απείλησε οτι θα του πάρει το κεφάλι.
Ο Χατζηαβάτης του είπε την αλήθεια για τον Καραγκιόζη και του είπε πως είναι απαραίτητος και δεν μπορεί να τον διώξει.
Παρακάλεσε τον πασά να τον φοβερίσει ο ίδιος για να συνετιστεί.
Οι φοβέρες του πασά όμως δεν είχαν αποτέλεσμα. Έτσι ο Καραγκιόζης συνέχισε τα αστεία του, ο πασάς το έμαθε και τον σκότωσε.
Ο λαός της Προύσας αγανάκτησε με τον θάνατο του Καραγκιόζη και ο πασάς για να τους εξευμενίσει έφτιαξε ένα μνημείο, τον τάφο του Καραγκιόζη και εκεί τον έθαψε με τιμές.
Και πάλι όμως δεν τον άφηναν οι τύψεις να ησυχάσει.
Έπεσε άρρωστος στο κρεβάτι και κανένας γιατρός δεν τον έκανε καλά. Τότε οι αγάδες φέρανε στο σαράι τον Χατζηαβάτη να λέει στον πασά τα αστεία του Καραγκιόζη.
Έτσι ο Χατζηαβάτης "έκοψε ένα χάρτινο Καραγκιόζη, τέντωσε ένα πανί που το φώτιζε ένα φως κι έδωσε παράσταση του Καραγκιόζη"
Ο πασάς έμεινε τόσο ευχαριστημένος που του έδωσε άδεια να συνεχίσει να δίνει παραστάσεις.
Μια τέτοια παράσταση είδε και ο Γιάννης Μπράχαλης και έφερε τον Καραγκιόζη στην Ελλάδα.
Γεννήθηκε στην Κηφισιά στις 2 Ιανουαρίου 1924.
Ήταν γιός και συνεχιστής του Σωτήρη Σπαθάρη όπου ξεκίνησε στις αρχές του '40 να κάνει παραστάσεις και αναδείχτηκε ως ο πιο σημαντικός Έλληνας καραγκιοζοπαίχτης.
Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και ιδιαίτερα με τους ήρωες του θεάτρου σκιών, από τους πρωτοπόρους του οποίου ήταν ο πατέρας του, Σωτήρης Σπαθάρης, ο οποίος απεβίωσε το 1974.
Το γεγονός αυτό τον εξοικείωσε με το καλλιτεχνικό αυτό είδος και ξεκίνησε να δίνει ο ίδιος παραστάσεις, αρχικά στη διάρκεια της κατοχής, σε θέατρα της Αθήνας, σε πρεσβείες, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη κ.α..
Από τότε, έδωσε πληθώρα παραστάσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, συμμετέχοντας σε διεθνή φεστιβάλ και συνέδρια ειδικά για το θέατρο σκιών.
Παρουσίασε πολλά έργα με ήρωα τον Καραγκιόζη, τόσο ως άψυχο υλικό (φιγούρες ηρώων), όσο και σε έμψυχη (ζωντανή) παράσταση με ηθοποιούς, στο Κρατικό Θέατρο Β. Ελλάδος, στο «Ελληνικό Χορόδραμα», στο Θέατρο Χατζώκου (Θεσσαλονίκη), στο Θέατρο Συντεχνίας κ.α. με τις παραστάσεις «Το ταξίδι», «Το καταραμένο φίδι», «Ο δικτάτορας», «Ο Αλέκος με τα κυδώνια» κ.ά.
Το 1970 κυκλοφόρησε 13 εικονογραφημένα τεύχη (των 2 δρχ. έκαστο) με μαυρόασπρες φιγούρες και έγχρωμο εξώφυλλο.
Ενώ το 1979 παρουσιάστηκε από τις εκδόσεις Νεφέλη το επιτυχημένο βιβλίο του «Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων» με εφτά έργα και εφτά περιλήψεις (τα τέσσερα δικά του και τα τρία του πατέρα του Σωτήρη). Από το 1962 κυκλοφόρησαν 10 έργα του σε δίσκους 45 στροφών από την His Master's Voice, ενώ ακολούθησαν άλλοι 2 δίσκοι 33 στροφών από τη Μinos-EMI αρχές της δεκαετίας του '80, και άλλες έξι παραστάσεις σε 6 αντίστοιχα CD από τη Legend το 2002.
Το 1950 ο Ευγένιος πραγματοποιεί την πρώτη του συμμετοχή σε κινηματογραφική ταινία, στο Πικρό Ψωμί του Γρηγόρη Γρηγορίου.
Έπαιξε έργα του στην κρατική τηλεόραση από το 1966 μέχρι το 1992.
Κάποια από τα έργα του αυτά κυκλοφορούσαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '90 σε βιντεοκασέτες, ενώ τις ημέρες του θανάτου του ξεκίνησε συμπτωματικά η κυκλοφορία τους σε DVD.
Το 1952 παντρεύτηκε τη Φανή. Κουμπάρος τους ήταν ο γνωστός ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.
Από το 1949 επιδίδεται και στη ζωγραφική, παρουσιάζοντας το έργο του σε 35 εκθέσεις - ομαδικές και ατομικές - με ευδιάκριτα τα υφολογικά στοιχεία της σχέσης τού λαϊκού δημιουργού τού θεάτρου σκιών με τον "ναΐφ" ζωγράφο.
Προλογίζοντας ατομική έκθεσή του στην Αθήνα το 1983 ο ποιητής και αισθητικός της τέχνης Ευάγγελος Ανδρέου, σημείωσε: Με χέρι ανάλαφρο, με εύφορη φαντασία και με γνήσια λαϊκή επιτηδειότητα, πετυχαίνει να προσδώσει στο έργο του, την αίσθηση του «παραμυθιού». Πρόκειται για ένα «παραμύθι» που γονιμοποιεί τη σχέση μας με τις ρίζες, που αναβιώνει με τρόπο χαρμόσυνο, νεανικό, φρέσκο, σχεδόν παιδικό, ιστορικούς θρύλους, που, με μια κουβέντα, μας καθοδηγεί στον πατροπαράδοτο, γενναίο και συχνά λυρικό «εθνικό βίο».
Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Ινστιτούτου Παγκοσμίου Θεάτρου της UNESCO. Έκανε περιοδείες σε πολλές χώρες λαμβάνοντας μέρος σε διάφορα φεστιβάλ και συνέδρια όπως: Παρίσι, Λιέγη, Ρώμη, Κάιρο, Λονδίνο, Κοπεγχάγη. Αλλά και ως ζωγράφος έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις ατομικές και ομαδικές στην Αθήνα, Ζυρίχη, Παρίσι και Νέα Υόρκη.
Τιμήθηκε με το Βραβείο Ρώμης (1962), με το Α' Μετάλλιο του Πρίγκιπα του Μοντ, το Α' Βραβείο Πολωνίας (1978), το Α' Μετάλλιο Τοσκανίνι (Ιταλία) το 1978 κ.α. Τέλος, το 2007 τιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού για τη μεγάλη του προσφορά στο καλλιτεχνικό αυτό είδος, για το οποίο του αναγνωρίστηκε ο τίτλος του μεγάλου δασκάλου.
Το 1991 ιδρύθηκε το Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου, το οποίο λειτουργεί συστηματικά από το 1996, με στόχο την προβολή του θεάτρου σκιών και του καραγκιόζη. Διευθύντρια του είναι η κόρη του Μένια.
Στις 6 Μαΐου του 2009 και ενώ βρισκόταν στο Ινστιτούτο Γκαίτε Αθηνών για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του, έχασε την ισορροπία του και έπεσε από σκάλες, με αποτέλεσμα να υποστεί πολλά κατάγματα και να δημιουργηθεί σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο, με την κατάστασή του να χαρακτηριστεί ως κρίσιμη. Τελικά, στις 9 Μαΐου, ύστερα από τρεις ημέρες νοσηλείας απεβίωσε, σε ηλικία 85 ετών.
Η σορός του εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα στο Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών και η κηδεία έγινε στις 13 Μαΐου του 2009, στο Μαρούσι,με δημόσια δαπάνη.
Ήταν γιός και συνεχιστής του Σωτήρη Σπαθάρη όπου ξεκίνησε στις αρχές του '40 να κάνει παραστάσεις και αναδείχτηκε ως ο πιο σημαντικός Έλληνας καραγκιοζοπαίχτης.
Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και ιδιαίτερα με τους ήρωες του θεάτρου σκιών, από τους πρωτοπόρους του οποίου ήταν ο πατέρας του, Σωτήρης Σπαθάρης, ο οποίος απεβίωσε το 1974.
Το γεγονός αυτό τον εξοικείωσε με το καλλιτεχνικό αυτό είδος και ξεκίνησε να δίνει ο ίδιος παραστάσεις, αρχικά στη διάρκεια της κατοχής, σε θέατρα της Αθήνας, σε πρεσβείες, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη κ.α..
Από τότε, έδωσε πληθώρα παραστάσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, συμμετέχοντας σε διεθνή φεστιβάλ και συνέδρια ειδικά για το θέατρο σκιών.
Παρουσίασε πολλά έργα με ήρωα τον Καραγκιόζη, τόσο ως άψυχο υλικό (φιγούρες ηρώων), όσο και σε έμψυχη (ζωντανή) παράσταση με ηθοποιούς, στο Κρατικό Θέατρο Β. Ελλάδος, στο «Ελληνικό Χορόδραμα», στο Θέατρο Χατζώκου (Θεσσαλονίκη), στο Θέατρο Συντεχνίας κ.α. με τις παραστάσεις «Το ταξίδι», «Το καταραμένο φίδι», «Ο δικτάτορας», «Ο Αλέκος με τα κυδώνια» κ.ά.
Το 1970 κυκλοφόρησε 13 εικονογραφημένα τεύχη (των 2 δρχ. έκαστο) με μαυρόασπρες φιγούρες και έγχρωμο εξώφυλλο.
Ενώ το 1979 παρουσιάστηκε από τις εκδόσεις Νεφέλη το επιτυχημένο βιβλίο του «Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων» με εφτά έργα και εφτά περιλήψεις (τα τέσσερα δικά του και τα τρία του πατέρα του Σωτήρη). Από το 1962 κυκλοφόρησαν 10 έργα του σε δίσκους 45 στροφών από την His Master's Voice, ενώ ακολούθησαν άλλοι 2 δίσκοι 33 στροφών από τη Μinos-EMI αρχές της δεκαετίας του '80, και άλλες έξι παραστάσεις σε 6 αντίστοιχα CD από τη Legend το 2002.
Το 1950 ο Ευγένιος πραγματοποιεί την πρώτη του συμμετοχή σε κινηματογραφική ταινία, στο Πικρό Ψωμί του Γρηγόρη Γρηγορίου.
Έπαιξε έργα του στην κρατική τηλεόραση από το 1966 μέχρι το 1992.
Κάποια από τα έργα του αυτά κυκλοφορούσαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '90 σε βιντεοκασέτες, ενώ τις ημέρες του θανάτου του ξεκίνησε συμπτωματικά η κυκλοφορία τους σε DVD.
Το 1952 παντρεύτηκε τη Φανή. Κουμπάρος τους ήταν ο γνωστός ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.
Από το 1949 επιδίδεται και στη ζωγραφική, παρουσιάζοντας το έργο του σε 35 εκθέσεις - ομαδικές και ατομικές - με ευδιάκριτα τα υφολογικά στοιχεία της σχέσης τού λαϊκού δημιουργού τού θεάτρου σκιών με τον "ναΐφ" ζωγράφο.
Προλογίζοντας ατομική έκθεσή του στην Αθήνα το 1983 ο ποιητής και αισθητικός της τέχνης Ευάγγελος Ανδρέου, σημείωσε: Με χέρι ανάλαφρο, με εύφορη φαντασία και με γνήσια λαϊκή επιτηδειότητα, πετυχαίνει να προσδώσει στο έργο του, την αίσθηση του «παραμυθιού». Πρόκειται για ένα «παραμύθι» που γονιμοποιεί τη σχέση μας με τις ρίζες, που αναβιώνει με τρόπο χαρμόσυνο, νεανικό, φρέσκο, σχεδόν παιδικό, ιστορικούς θρύλους, που, με μια κουβέντα, μας καθοδηγεί στον πατροπαράδοτο, γενναίο και συχνά λυρικό «εθνικό βίο».
Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Ινστιτούτου Παγκοσμίου Θεάτρου της UNESCO. Έκανε περιοδείες σε πολλές χώρες λαμβάνοντας μέρος σε διάφορα φεστιβάλ και συνέδρια όπως: Παρίσι, Λιέγη, Ρώμη, Κάιρο, Λονδίνο, Κοπεγχάγη. Αλλά και ως ζωγράφος έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις ατομικές και ομαδικές στην Αθήνα, Ζυρίχη, Παρίσι και Νέα Υόρκη.
Τιμήθηκε με το Βραβείο Ρώμης (1962), με το Α' Μετάλλιο του Πρίγκιπα του Μοντ, το Α' Βραβείο Πολωνίας (1978), το Α' Μετάλλιο Τοσκανίνι (Ιταλία) το 1978 κ.α. Τέλος, το 2007 τιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού για τη μεγάλη του προσφορά στο καλλιτεχνικό αυτό είδος, για το οποίο του αναγνωρίστηκε ο τίτλος του μεγάλου δασκάλου.
Το 1991 ιδρύθηκε το Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου, το οποίο λειτουργεί συστηματικά από το 1996, με στόχο την προβολή του θεάτρου σκιών και του καραγκιόζη. Διευθύντρια του είναι η κόρη του Μένια.
Στις 6 Μαΐου του 2009 και ενώ βρισκόταν στο Ινστιτούτο Γκαίτε Αθηνών για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του, έχασε την ισορροπία του και έπεσε από σκάλες, με αποτέλεσμα να υποστεί πολλά κατάγματα και να δημιουργηθεί σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο, με την κατάστασή του να χαρακτηριστεί ως κρίσιμη. Τελικά, στις 9 Μαΐου, ύστερα από τρεις ημέρες νοσηλείας απεβίωσε, σε ηλικία 85 ετών.
Η σορός του εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα στο Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών και η κηδεία έγινε στις 13 Μαΐου του 2009, στο Μαρούσι,με δημόσια δαπάνη.
βαγγοσ κορφιατησ δασκαλοσ μου
Ο Βάγγος Κορφιάτης
ήταν καραγκιοζοπαίχτης. Γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1922 και πέθανε στις 25 Ιουνίου 2008.
Πρωτοείδε Καραγκιόζη σε ηλικία έξι χρονών. και στη σκηνή μπήκε οκτώ μόλις χρονών.
Μέχρι να παίξει Καραγκιόζη, προηγήθηκε μια σκληρή και επίπονη μαθητεία κοντά στις πιο εξέχουσες φυσιογνωμίες του Θεάτρου Σκιών της εποχής εκείνης: τους αείμνηστους καλλιτέχνες του είδους, Χρήστο Χαρίδημο και Γιάννη Ιατρίδη.
Αργότερα, ολοκλήρωσε την μαθητεία αυτή με την παρακολούθηση του τρόπου εργασίας και άλλων κορυφαίων καλλιτεχνών της εποχής, συμπληρώνοντας έτσι με τον κύκλο των γνώσεων που πήρε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να κρατήσει την βασική έννοια και το βάρος της "παράδοσης" και να παρουσιάσει την τέχνη αυτή στο κοινό της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Το πρώτο θεατράκι το έστησε το 1939, όταν ήταν δεκαεφτά ετών, σε μια μάντρα της οδού Πέτρου Ράλλη στα Άσπρα Χώματα, απέναντι από τις πολυκατοικίες. Από τότε, μη λογαριάζοντας κόπους και θυσίες, έστησε το καλλιτεχνικό του όνειρο και το έκανε πραγματικότητα.
Το 1941, πάλι επί της οδού Πέτρου Ράλλη, στη συνοικία Χαλκηδόνας, σε χειμωνιάτικη σάλα που ο ίδιος δημιουργεί και διαμορφώνει, κάνει την αρχή μιας σειράς Θεάτρων χωρίς θεατρώνη.
Το 1942, επί της οδού Θηβών 152 δημιουργεί το Θέατρο "Παράδεισος", (αρ. 1), όπου παίζει τα καλοκαίρια μέχρι το 1953, ενώ όλο τον χειμώνα 1943-1944 στεγάζει τον Καραγκιόζη του στο χειμερινό "Ρομάντζο". Την χειμερινή περίοδο από το 1947 μέχρι το 1949 μεσολαβεί ένα διάστημα ηρεμίας στη δράση του σαν καραγκιοζοπαίχτης, γιατί εκτελεί τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις.
Τον χειμώνα του 1950, δημιουργεί το χειμερινό του στέκι στο επί της οδού Ρούσβελτ Θεατράκι του στον Κορυδαλλό, το 1951 στο επί της οδού Δράμας στα Ταμπούρια με το όνομα Χαρά, το 1952 στη Χαλκηδόνα το "Θέατρο Σκιών Χαλκηδών" και το 1954 το χειμερινό Θέατρο "Απόλλων" στη Δραπετσώνα. Τα καλοκαίρια του 1954-1955, δημιουργεί το Θέατρο Σκιών "Τηλεόρασις" επί της οδού Πέτρου Ράλλη και τον χειμώνα του 1955-1956, απέναντι από τον Κινηματογράφο "Παλλάς" της οδού Kovδύλη στη Νίκαια, το Θέατρο Σκιών Τέρψις. Το καλοκαίρι του 1956-1957, δημιουργεί το Θέατρο "Ζέφυρος" στο παλιό τέρμα Αμφιάλης, ενώ τον χειμώνα του 1957-1958 το Θέατρο "Αύρα" πάλι στην Π. Ράλλη, στη στάση Τζανή.
Ο χειμώνας αυτός παραλίγο να γίνει αφορμή να σταματήσει την καριέρα του, γιατί από σοβαρό κρυολόγημα και λόγω της καταπόνησης των φωνητικών του χορδών έχασε την φωνή του, η οποία επανήλθε μετά από αυστηρή θεραπεία και πείσμα, διαψεύδοντας τις γνωματεύσεις και συστάσεις των γιατρών. Μετά από δειλά και προσεκτικά βήματα, ξεκίνησε να παίζει και πάλι το καλοκαίρι του 1959 στο θεατράκι της οδού Θηβών 152, κάνοντας τέσσερις παραστάσεις την εβδομάδα. Το καλοκαίρι του 1965, πραγματοποιεί το μεγάλο του όνειρο, την δημιουργία ενός πραγματικά μοντέρνου Θεάτρου Σκιών με την πνοή και τον αέρα του αληθινού Θεάτρου.
Αυτό γίνεται στην παραλία του Μοσχάτου, στο θέατρο "Ποσειδώνειον", Θέατρο το οποίο έδωσε λαμπρές μέρες και στην τέχνη αλλά και στον ίδιον προσωπικά. Τον χειμώνα του 1966-1967, πραγματοποιεί την πρώτη του έξοδο από τα ελληνικά σύνορα με τουρνέ στην Αυστραλία, ψυχαγωγώντας χιλιάδες Έλληνες και Αυστραλούς θεατές στις πόλεις Σίδνεϊ, Μελβούρνη, Καμπέρα, Αδελαΐδα κ.ά.
Από το 1968 μέχρι το 1972, δημιουργεί το τελευταίο δικό του θέατρο, στην οδό Θηβών 37, στάση Γεφυράκι, το θέατρο Σκιών "Παράδεισος", (αρ. 2). Το 1969, απεσταλμένοι από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ ήρθαν και μαγνητοφώνησαν παραστάσεις και πήραν πολλές φωτογραφίες, δημιουργώντας υλικό για έρευνα στο ομώνυμο Πανεπιστήμιο. Πέθανε στις 25 Ιούνη 2008
Μετά την Αυστραλία, ακολούθησαν και άλλες περιοδείες στο εξωτερικό, όπως αυτή στην Ολλανδία το 1972, στις πόλεις Ουτρέχτη, Ντελφ, Λέιντεν, στη Θεατρική ακαδημία του Άμστερνταμ κ.α. Το 1977, σταλμένος από το Υπουργείο Πολιτισμού, εκπροσωπεί την Ελλάδα στο παγκόσμιο Φεστιβάλ Θεάτρου και Κούκλας του Νανσί της Γαλλίας. Το 1980, συμμετέχει στη γιορτή της εφημερίδας "Ουμανιτέ" της Γαλλίας. Στην Ιταλία, από το 1978 μέχρι και το 1995, έπαιξε στις μεγαλύτερες πόλεις της (Ρώμη, Μιλάνο, Τορίνο, Μπολόνια, Πάδοβα, Τεργέστη), σε φεστιβάλ που οργάνωνε η πόλη Πόντε Ντέρα και με προσκλήσεις διάφορων φοιτητικών συλλόγων.
Το 1978, βρίσκεται στη Γερμανία για σειρά παραστάσεων στις πόλεις Βόννη και Αμβούργο, ενώ το 1992 πάλι στο Αμβούργο απεσταλμένος του Υπουργείου πολιτισμού. Από το 1972 μέχρι σήμερα δίνει παραστάσεις στη Δημοτική Σκηνή του Δήμου Πειραιά σε μόνιμους χώρους:
Κοντά στον Βάγγο έμαθαν την τέχνη του Θεάτρου Σκιών αρκετοί καραγκιοζοπαίκτες, μεταξύ των οποίων οι εξής:
ήταν καραγκιοζοπαίχτης. Γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1922 και πέθανε στις 25 Ιουνίου 2008.
Πρωτοείδε Καραγκιόζη σε ηλικία έξι χρονών. και στη σκηνή μπήκε οκτώ μόλις χρονών.
Μέχρι να παίξει Καραγκιόζη, προηγήθηκε μια σκληρή και επίπονη μαθητεία κοντά στις πιο εξέχουσες φυσιογνωμίες του Θεάτρου Σκιών της εποχής εκείνης: τους αείμνηστους καλλιτέχνες του είδους, Χρήστο Χαρίδημο και Γιάννη Ιατρίδη.
Αργότερα, ολοκλήρωσε την μαθητεία αυτή με την παρακολούθηση του τρόπου εργασίας και άλλων κορυφαίων καλλιτεχνών της εποχής, συμπληρώνοντας έτσι με τον κύκλο των γνώσεων που πήρε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να κρατήσει την βασική έννοια και το βάρος της "παράδοσης" και να παρουσιάσει την τέχνη αυτή στο κοινό της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Το πρώτο θεατράκι το έστησε το 1939, όταν ήταν δεκαεφτά ετών, σε μια μάντρα της οδού Πέτρου Ράλλη στα Άσπρα Χώματα, απέναντι από τις πολυκατοικίες. Από τότε, μη λογαριάζοντας κόπους και θυσίες, έστησε το καλλιτεχνικό του όνειρο και το έκανε πραγματικότητα.
Το 1941, πάλι επί της οδού Πέτρου Ράλλη, στη συνοικία Χαλκηδόνας, σε χειμωνιάτικη σάλα που ο ίδιος δημιουργεί και διαμορφώνει, κάνει την αρχή μιας σειράς Θεάτρων χωρίς θεατρώνη.
Το 1942, επί της οδού Θηβών 152 δημιουργεί το Θέατρο "Παράδεισος", (αρ. 1), όπου παίζει τα καλοκαίρια μέχρι το 1953, ενώ όλο τον χειμώνα 1943-1944 στεγάζει τον Καραγκιόζη του στο χειμερινό "Ρομάντζο". Την χειμερινή περίοδο από το 1947 μέχρι το 1949 μεσολαβεί ένα διάστημα ηρεμίας στη δράση του σαν καραγκιοζοπαίχτης, γιατί εκτελεί τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις.
Τον χειμώνα του 1950, δημιουργεί το χειμερινό του στέκι στο επί της οδού Ρούσβελτ Θεατράκι του στον Κορυδαλλό, το 1951 στο επί της οδού Δράμας στα Ταμπούρια με το όνομα Χαρά, το 1952 στη Χαλκηδόνα το "Θέατρο Σκιών Χαλκηδών" και το 1954 το χειμερινό Θέατρο "Απόλλων" στη Δραπετσώνα. Τα καλοκαίρια του 1954-1955, δημιουργεί το Θέατρο Σκιών "Τηλεόρασις" επί της οδού Πέτρου Ράλλη και τον χειμώνα του 1955-1956, απέναντι από τον Κινηματογράφο "Παλλάς" της οδού Kovδύλη στη Νίκαια, το Θέατρο Σκιών Τέρψις. Το καλοκαίρι του 1956-1957, δημιουργεί το Θέατρο "Ζέφυρος" στο παλιό τέρμα Αμφιάλης, ενώ τον χειμώνα του 1957-1958 το Θέατρο "Αύρα" πάλι στην Π. Ράλλη, στη στάση Τζανή.
Ο χειμώνας αυτός παραλίγο να γίνει αφορμή να σταματήσει την καριέρα του, γιατί από σοβαρό κρυολόγημα και λόγω της καταπόνησης των φωνητικών του χορδών έχασε την φωνή του, η οποία επανήλθε μετά από αυστηρή θεραπεία και πείσμα, διαψεύδοντας τις γνωματεύσεις και συστάσεις των γιατρών. Μετά από δειλά και προσεκτικά βήματα, ξεκίνησε να παίζει και πάλι το καλοκαίρι του 1959 στο θεατράκι της οδού Θηβών 152, κάνοντας τέσσερις παραστάσεις την εβδομάδα. Το καλοκαίρι του 1965, πραγματοποιεί το μεγάλο του όνειρο, την δημιουργία ενός πραγματικά μοντέρνου Θεάτρου Σκιών με την πνοή και τον αέρα του αληθινού Θεάτρου.
Αυτό γίνεται στην παραλία του Μοσχάτου, στο θέατρο "Ποσειδώνειον", Θέατρο το οποίο έδωσε λαμπρές μέρες και στην τέχνη αλλά και στον ίδιον προσωπικά. Τον χειμώνα του 1966-1967, πραγματοποιεί την πρώτη του έξοδο από τα ελληνικά σύνορα με τουρνέ στην Αυστραλία, ψυχαγωγώντας χιλιάδες Έλληνες και Αυστραλούς θεατές στις πόλεις Σίδνεϊ, Μελβούρνη, Καμπέρα, Αδελαΐδα κ.ά.
Από το 1968 μέχρι το 1972, δημιουργεί το τελευταίο δικό του θέατρο, στην οδό Θηβών 37, στάση Γεφυράκι, το θέατρο Σκιών "Παράδεισος", (αρ. 2). Το 1969, απεσταλμένοι από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ ήρθαν και μαγνητοφώνησαν παραστάσεις και πήραν πολλές φωτογραφίες, δημιουργώντας υλικό για έρευνα στο ομώνυμο Πανεπιστήμιο. Πέθανε στις 25 Ιούνη 2008
Μετά την Αυστραλία, ακολούθησαν και άλλες περιοδείες στο εξωτερικό, όπως αυτή στην Ολλανδία το 1972, στις πόλεις Ουτρέχτη, Ντελφ, Λέιντεν, στη Θεατρική ακαδημία του Άμστερνταμ κ.α. Το 1977, σταλμένος από το Υπουργείο Πολιτισμού, εκπροσωπεί την Ελλάδα στο παγκόσμιο Φεστιβάλ Θεάτρου και Κούκλας του Νανσί της Γαλλίας. Το 1980, συμμετέχει στη γιορτή της εφημερίδας "Ουμανιτέ" της Γαλλίας. Στην Ιταλία, από το 1978 μέχρι και το 1995, έπαιξε στις μεγαλύτερες πόλεις της (Ρώμη, Μιλάνο, Τορίνο, Μπολόνια, Πάδοβα, Τεργέστη), σε φεστιβάλ που οργάνωνε η πόλη Πόντε Ντέρα και με προσκλήσεις διάφορων φοιτητικών συλλόγων.
Το 1978, βρίσκεται στη Γερμανία για σειρά παραστάσεων στις πόλεις Βόννη και Αμβούργο, ενώ το 1992 πάλι στο Αμβούργο απεσταλμένος του Υπουργείου πολιτισμού. Από το 1972 μέχρι σήμερα δίνει παραστάσεις στη Δημοτική Σκηνή του Δήμου Πειραιά σε μόνιμους χώρους:
- 1972 έως 1974: πηγάδα - Άγιος Βασίλειος
- 1975 έως 1984: παραλία Πειραϊκής - Ακτή Τερψιχόρη
- 1984 έως 1988: πηγάδα - Άγιος Βασίλειος
- 1988 μέχρι σήμερα: πλαζ Βοτσαλάκια - Καστέλα, με παράλληλη εμφάνιση στο θέατρο Γραμμών - Καμίνια.
Κοντά στον Βάγγο έμαθαν την τέχνη του Θεάτρου Σκιών αρκετοί καραγκιοζοπαίκτες, μεταξύ των οποίων οι εξής:
- Σταμάτης Γενεράλης
- Πάνος Καπετανίδης
- Μιχάλης Ταυλάτος
- Σωτήρης Βύνιος
- Γιάννης Χατζής
- Χάρη Μπιλλίνη
- Πέτρος Γιωργανιός βοηθός
- Τάσος Δουρμουσογλου
θανασησ σπυροπουλοσ επισησ δασκαλοσ μου
Ο Θανάσης Σπυρόπουλος γεννήθηκε στο Κοπανάκι Μεσσηνίας, 1 Οκτωβρίου 1931 ήταν Έλληνας καραγκιοζοπαίκτης.
Πρωτοείδε Καραγκιόζη στο καφενείο του πατέρα του.
"Το πανί, οι φιγούρες πίσω από αυτό, οι φωνές, ο φωτισμός" ήταν τα ερεθίσματα που τον έκαναν αρχικά στην ηλικία περίπου των 15 χρόνων βοηθό-μαθητή στον τοπικό καραγκιοζοπαίκτη Βασίλη Φιλντισάκο. Μαθητεύοντας κοντά του έμαθε τις παραστάσεις και τα μυστικά της τέχνης.
Στην διάρκεια της πολυετούς καριέρας του, διετέλεσε επί 16 συνεχόμενα χρόνια πρόεδρος του Πανελληνίου Σωματείου Θεάτρου Σκιών. Ήταν συλλέκτης του Θεάτρου Σκιών με μεγάλη συλλογή από φιγούρες και σκηνικά των παλιών καραγκιοζοπαικτών (Φρίξου Γαζεπίδη, Βασίλη Ανδρικόπουλου (Βασίλαρος), Αβραάμ Αντωνάκου κ.ά.).
Είχε δώσει πληθώρα παραστάσεων στο εξωτερικό και για 10 συνεχόμενα χρόνια έπαιζε στην ΕΡΤ2 έργα του Καραγκιόζη, μέσα από την εκπομπή του "Χρόνια Συντροφιά με τον Καραγκιόζη"
Το μεγαλείο της ψυχής του και το ταλέντο του τον έκαναν να πάρει τον τίτλο του "Εθνικού Καραγκιοζοπαίκτη".
Απεβίωσε στις 7 Ιουνίου του 2023 σε ηλικία 91 ετών.
Πρωτοείδε Καραγκιόζη στο καφενείο του πατέρα του.
"Το πανί, οι φιγούρες πίσω από αυτό, οι φωνές, ο φωτισμός" ήταν τα ερεθίσματα που τον έκαναν αρχικά στην ηλικία περίπου των 15 χρόνων βοηθό-μαθητή στον τοπικό καραγκιοζοπαίκτη Βασίλη Φιλντισάκο. Μαθητεύοντας κοντά του έμαθε τις παραστάσεις και τα μυστικά της τέχνης.
Στην διάρκεια της πολυετούς καριέρας του, διετέλεσε επί 16 συνεχόμενα χρόνια πρόεδρος του Πανελληνίου Σωματείου Θεάτρου Σκιών. Ήταν συλλέκτης του Θεάτρου Σκιών με μεγάλη συλλογή από φιγούρες και σκηνικά των παλιών καραγκιοζοπαικτών (Φρίξου Γαζεπίδη, Βασίλη Ανδρικόπουλου (Βασίλαρος), Αβραάμ Αντωνάκου κ.ά.).
Είχε δώσει πληθώρα παραστάσεων στο εξωτερικό και για 10 συνεχόμενα χρόνια έπαιζε στην ΕΡΤ2 έργα του Καραγκιόζη, μέσα από την εκπομπή του "Χρόνια Συντροφιά με τον Καραγκιόζη"
Το μεγαλείο της ψυχής του και το ταλέντο του τον έκαναν να πάρει τον τίτλο του "Εθνικού Καραγκιοζοπαίκτη".
Απεβίωσε στις 7 Ιουνίου του 2023 σε ηλικία 91 ετών.
Ο Φρίξος Γαζεπίδης (1913-1992) ήταν Έλληνας καλλιτέχνης του θεάτρου σκιών, τραγουδιστής, στιχουργός και μουσικός (μπουζούκι, κιθάρα και τουμπελέκι). Ανήκει στους παλαιότερους και γνωστότερους καραγκιοζοπαίκτες.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1913 και δημιούργησε πολυμελή οικογένεια (13 παιδιά) ενώ παρουσίασε έργα του Καραγκιόζη και στο εξωτερικό (ΗΠΑ, Καναδάς). Επίσης συνεργάστηκε με πολλους άλλους Καραγκιοζοπαιχτες. Έπαιζε μουσική στην εκπομπή " Χρόνια Συντροφιά Με Τον Καραγκιόζη" του Θανάση Σπυρόπουλου. Ένα μεγάλο μέρος των φιγούρων του βρίσκεται στη συλλογή της οικογένειας Σπυρόπουλου ενώ αλλο μέρος βρίσκεται σε μουσεία και συλλέκτες.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1913 και δημιούργησε πολυμελή οικογένεια (13 παιδιά) ενώ παρουσίασε έργα του Καραγκιόζη και στο εξωτερικό (ΗΠΑ, Καναδάς). Επίσης συνεργάστηκε με πολλους άλλους Καραγκιοζοπαιχτες. Έπαιζε μουσική στην εκπομπή " Χρόνια Συντροφιά Με Τον Καραγκιόζη" του Θανάση Σπυρόπουλου. Ένα μεγάλο μέρος των φιγούρων του βρίσκεται στη συλλογή της οικογένειας Σπυρόπουλου ενώ αλλο μέρος βρίσκεται σε μουσεία και συλλέκτες.